Στις 3 Δεκεμβρίου 2021, η Βουλή των Αντιπροσώπων (ΒτΑ) ψήφισε τον περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τροποποιητικό) Νόμο (Αρ. 6) του 2021, τροποποιώντας το Δωδέκατο Παράρτημα του βασικού Νόμου και μειώνοντας καθολικά τον συντελεστή ΦΠΑ που επιβάλλεται στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος από 19% σε 9%.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνυπολογίζοντας τόσο την οικονομική διάσταση του θέματος όσο και τις πρόνοιες του νομοθετικού πλαισίου, σε συνάρτηση με τις δεσμεύσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας που πηγάζουν από το κοινοτικό κεκτημένο, ανέπεμψε τον υπό αναφορά Νόμο στη ΒτΑ για επανεξέταση.
Η ΒτΑ απέρριψε την αναπομπή του Προέδρου της Δημοκρατίας και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μέσω του Γενικού Εισαγγελέα προέβη σε αναφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 140 του Συντάγματος για τη γνωμοδότησή του αναφορικά με τη συμβατότητα του Νόμου με το Σύνταγμα, την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, το Δημοσιονομικό Σύμφωνο και το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, με ομόφωνη Γνωμάτευσή του, ημερ. 30 Νοεμβρίου 2022, έκρινε ότι οι ενέργειες της ΒτΑ συνιστούν παραβίαση της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών και τον τροποποιητικό Νόμο καθ’ ολοκληρία ως αντισυνταγματικό. Συγκεκριμένα, στη Γνωμάτευση αναφέρεται ότι το Άρθρο 61 του Συντάγματος δεν παρέχει τη δυνατότητα στη Βουλή να νομοθετεί «εν παντί θέματι» και η ευρύτατη και αδιαμφισβήτητη αρμοδιότητα της ΒτΑ για άσκηση της νομοθετικής εξουσίας δεν περιλαμβάνει, ούτε επιτρέπει παρέμβαση στο έργο της Διοίκησης. Η Γνωμάτευση τονίζει ότι, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, προκύπτει ότι η διαβούλευση με την Επιτροπή ΦΠΑ για την επιβολή μειωμένου συντελεστή βαραίνει την εκτελεστική εξουσία και ειδικότερα το Υπουργείο Οικονομικών και όχι τη ΒτΑ.
Το Ανώτατο Δικαστήριο με τη Γνωμάτευση του δικαίωσε απόλυτα την Κυβέρνηση για την απόφασή της για αναπομπή και εν συνεχεία αναφορά του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τροποποιητικού) Νόμου (Αρ. 6) του 2021. Η εν λόγω Γνωμάτευση αποτελεί σταθμό και σημαντικό δεδικασμένο για το κυπριακό γίγνεσθαι και κατοχυρώνει τη διάκριση μεταξύ της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, επιτρέποντας στην εκτελεστική εξουσία να ασκεί απρόσκοπτα τα καθήκοντα που επιβάλλονται σε αυτή από το Σύνταγμα και το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Κεκτημένο, συνυπολογίζοντας πάντοτε όλα τα δεδομένα, υποχρεώσεις και τις συνεπακόλουθες οικονομικές συνέπειες.
πηγή: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών